Σελίδα 2 από 5
Ο συνδυασμός δύο μάλλον αντικρουόμενων σε πρώτο επίπεδο επιλογών για την οικονομική ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος, που εμπεριέχονται στη στρατηγική της αειφόρου ανάπτυξης, προκάλεσε και προκαλεί ποικίλες αντιδράσεις οδηγώντας σε σημαντικές αντιπαραθέσεις και αντεγκλήσεις. Αν και μεταξύ των άλλων το βασικό ερώτημα είναι αν μπορούν πράγματι να συνυπάρξουν και να διασφαλιστούν οι όροι αύξησης των ρυθμών ανάπτυξης και η προστασία και βελτίωση του περιβάλλοντος.
Με τον όρο «αειφόρο ανάπτυξη» προσδιορίζουμε την οικονομική ανάπτυξη με συγκεκριμένους όρους οι οποίοι διασφαλίζουν τις ανάγκες των σημερινών γενεών χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο τις ανάγκες των μελλοντικών. Η αειφόρος ανάπτυξη[2] όμως δεν αποκλείει την οικονομική αποδοτικότητα της επιχείρησης σε μια μακροπρόθεσμη κυρίως προσέγγιση. Αντίθετα ενδιαφέρεται για την περιβαλλοντικά αειφόρο οικονομική ανάπτυξη η οποία ταυτόχρονα διασφαλίζει τους περιβαλλοντικούς και τους οικονομικούς στόχους. Iδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας όπου κυριαρχούν νεοφιλελεύθερες πολιτικές οι οποίες βασίζονται στην κερδοφορία με όρους περιβαλλοντικής υποβάθμισης το θέμα της αειφορίας παραμένει σημαντικό προκαλώντας συζητήσεις και διενέξεις (κρατών, κυβερνήσεων, κομμάτων, κοινωνικών οργανώσεων, επιχειρήσεων, πολιτών, μη κυβερνητικών οργανώσεων κ.λ.π.) ιδιαίτερα στις ανεπτυγμένες χώρες.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη συνεδρίαση της 23ης Μαρτίου 2005 επανέφερε στα συμπεράσματα της προεδρίας τη στρατηγική της αειφόρου ανάπτυξης υπογραμμίζοντας την αναγκαιότητα ανανέωσης και επικαιροποίησης των κατευθυντηρίων αρχών της. Ένα από τα βασικότερα ζητήματα που τίθενται είναι η επεξεργασία των αρχών της αειφόρου ανάπτυξης, ο προσδιορισμός των περιβαλλοντικών δεικτών, των μεθόδων παρακολούθησης και ελέγχου, ο μακροχρόνιος σχεδιασμός και τα οποία πρόκειται κατά τη δήλωση του Συμβουλίου να εγκριθούν πριν το τέλος του 2005.
Μεταξύ των άλλων έχουν προαναγγελθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση η επανεργοποίηση και η συμπλήρωση των πολιτικών που σχετίζονται με την αειφόρο ανάπτυξη στη στρατηγική της Λισσαβόνας (2000), στην οποία είχε τεθεί ως πρωταρχικός στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οικονομική ισχυροποίησή της ώστε να γίνει «η ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία ανά την υφήλιο μέχρι το 2010». Ωστόσο, οι περιβαλλοντικές πολιτικές συμπεριελήφθησαν ένα χρόνο αργότερα στο Γκέτεμποργκ (2001), όπου τέθηκαν οι προϋποθέσεις καταπολέμησης των κλιματικών αλλαγών, της διασφάλισης αειφόρων συστημάτων μεταφορών, της προάσπισης της δημόσιας υγείας, της ορθολογικότερης διαχείρισης των φυσικών πόρων και της ενσωμάτωσης της περιβαλλοντικής πολιτικής στους υπόλοιπους τομείς.